Δυσκοιλιότητα
Υπολογίζεται ότι περίπου το 12% του παγκόσμιου πληθυσμού υποφέρει από δυσκοιλιότητα ενώ το 25% αυτών των ανθρώπων δεν προβαίνουν σε καμία ενέργεια προκειμένου να ανακουφιστούν.
Γενικότερα, η δυσκοιλιότητα είναι μια δυσάρεστη κατάσταση και επηρεάζει την ποιότητα ζωής και την καθημερινότητα του ατόμου.
Χαρακτηρίζεται κυρίως από μειωμένη συχνότητα (λιγότερο από 3 φορές την εβδομάδα) και δυσκολία στην αφόδευση, καθώς και σκληρά κόπρανα σε μικρή ποσότητα.
Τι μπορεί να προκαλέσει τη δυσκοιλιότητα
Τα αίτια της δυσκοιλιότητας είναι ποικίλα. Τα πιο κοινά είναι:
- Διατροφή φτωχή σε νερό και φυτικές ίνες
- Αφυδάτωση ή μειωμένη κατανάλωση νερού
- Μειωμένη φυσική δραστηριότητα
- Καθιστική ζωή
- Λήψη ορισμένων φαρμάκων, όπως ο σίδηρος
- Υψηλό ασβέστιο
- Αλλαγή των καθημερινών συνηθειών
- Στρες
- Δυσλειτουργία θυρεοειδούς αδένος π.χ. υποθυρεοειδισμός
Στην περίπτωση που η δυσκοιλιότητα είναι χρόνια, μπορεί να σχετιστεί με ασθένειες όπως ο καρκίνος παχέως εντέρου, αιμορροΐδες και άλλες σοβαρές παθολογίες. Σε αυτές τις καταστάσεις, η δυσκοιλιότητα συνήθως συνοδεύεται από:
- Ακούσια απώλεια βάρους
- Πυρετός
- Αίμα στα κόπρανα ή μετά την κένωση
- Η διάρκεια των συμπτωμάτων της δυσκοιλιότητας διαρκεί περισσότερο από 3 εβδομάδες
- Αίσθημα κόπωσης
Τρόποι αντιμετώπισης της δυσκοιλιότητας:
Ευτυχώς, η δυσκοιλιότητα όσο δυσάρεστη είναι και εφόσον δεν υπάρχει σοβαρή παθολογία έχει τρόπους να αντιμετωπιστεί. Μερικοί από αυτούς είναι:
- Η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε φυτικές ίνες, όπως πίτουρο, δημητριακά κα.α
- Η κατανάλωση άφθονου νερού
- Η κατανάλωση καφέ, τσαγιού ή άλλων ζεστών ροφημάτων που περιέχουν καφεΐνη το πρωί
- Η κατανάλωση φρούτων, όπως τα δαμάσκηνα, και λαχανικών, όπως το σπανάκι, το μπρόκολο, το μαρούλι κ.α.
- Η τακτική άσκηση
- Η χρήση φύλλων Αιγύπτου, γάλακτος Μαγνησίας, φλοιών ψυλίου κλπ.
- Η χρήση καθαρτικών και ειδικών αντισπασμοδικών φαρμάκων του εντέρου
- Η φυσική θεραπευτική π.χ. σπλαχνική οστεοπαθητική, ίσως και σε συνδυασμό με βελονισμό
Η δυσκοιλιότητα αφορά πολύ κόσμο και δυσκολεύει την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής των ατόμων που υποφέρουν από αυτή. Αν τα συμπτώματα επιμένουν, το άτομο πρέπει να απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό ώστε να βρεθεί η κατάλληλη θεραπεία